ΨΥΧΗ ΣΤΟ ΒΥΘΟ (Της Κωνσταντίνας Σταθακοπούλου)
Δεν έκανα ταξίδια μακρινά...
Δειλή η ματιά,
στο γέλιο του ορίζοντα κρυβόταν...
Κούμπωνε η ψυχή σφιχτά το πανωφόρι της,
οι στάλες των αχτίδων, το βάθος της μη βρουν...
Το πέρασμα του Ήλιου,
κλεφτά το ξέψυχο φιλούσε,
της συννεφιάς μη κόψει την ανάσταση..
Ήρεμο το φουρτούνιασμα της θάλασσας
και στην ορμή τ’ αγέρα,
εμπόδιο απ' το κατώφλι μου, η όψη...
Σφιχτά κλεισμένο το χαμόγελο,
περιπλανήσεις έκανε αλυσοδεμένο...
Κι οι μυρωδιές
Ίσα ... που αχνοφέγγανε ξεθύμασμά τους,
πνιγμένες στων βράχων τον μακρόσυρτο λυγμό...
Πέτρες απλώνονταν στο διάβα μου...
Σκληρή η σάρκα τους, ψηλό τ’ ανάστημα τους,
το πάτημα μου τρόμαζαν...
Βουνό τα στερεότυπα σαν βγαίναν,
στο άπλωμα τους, φραγμό μου βάζαν στις ελπίδες...
Και οι αιώνες,
στα πέπλα τα μαβιά τους, ‘κρύβαν
το πέρα... απ’ τον ορίζοντα...
Μη και το δω...
Τον τοίχο μου μη θέλω να τρυπήσω..
Αχ … να μπορούσα..!
Ορμή απ’ τ’ ανέλπιστο να φούντωνα
και πυρκαγιά στο άχρωμο να βάλω...
Τα χαρακώματα απ' τα πρέπει, στάχτη να κάνω...
Δική μου άνοιξη να πυρπολήσω...
Τα θέλω μου να ζήσω...
Και ας καώ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου